ημιωρον

ημιωρον
    ἡμίωρον
    τό NT. v. l. = ἡμιώριον См. ημιωριον

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ημιωρον" в других словарях:

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • ημιώριο — και ημίωρο, το (AM ἡμιώριον) μισή ώρα, χρονική διάρκεια μισής ώρας. [ΕΤΥΜΟΛ. ημιώριον ή ημίωρον (ενν. διάστημα χρόνου) ουσιαστικοποιημένο επίθ.: πρβλ. ημιχρόνιο / ημίχρονο] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»